Οι εργοδότες δεν προσλαμβάνουν ανθρώπους βάσει μιας καταγραφής των πτυχίων τους. Τα πτυχία ή τα όποια άλλα τυπικά προσόντα, επί της ουσίας δεν σημαίνουν από μόνα τους τίποτα αν ο υποψήφιος δεν έχει την απαραίτητη υποδομή να τα υποστηρίξει με τον χαρακτήρα του και τις δεξιότητές του.
Συνεπώς το βιογραφικό, ενώ νομίζουμε ότι αναφέρεται σε τυπικά προσόντα, έχει ως έμμεση αποστολή την ανάδειξη του χαρακτήρα του συγγραφέα του, κάτι το οποίο ενισχύεται και με την συνοδευτική επιστολή.
Σε ένα βιογραφικό σημείωμα λοιπόν, υπάρχουν πολλά επίπεδα ανάγνωσης τα οποία πάντοτε γίνονται αντιληπτά, ρητά ή άρρητα, από έμπειρα μάτια:
1ο Επίπεδο ανάγνωσης Βιογραφικού: ΤΑ ΕΥΚΟΛΑ ΛΑΘΗ
Οι μεγάλες εταιρείες δεν έχουν χρόνο για χάσιμο. Όταν στέλνετε ένα βιογραφικό σε μια εταιρεία το οποίο έχει ορθογραφικά λάθη, σημαντικές ανακρίβειες, ελλείψεις πληροφοριών ή είναι εμφανώς δυσανάγνωστο, έχει άσχημο layout, δεν ακολουθεί μια συγκεκριμένη τυποποίηση κτλ τότε το βιογραφικό είτε πάει στο καλάθι των αχρήστων ή στην καλύτερη περίπτωση στο αρχείο.
Επιπλέον, όταν ο φόρτος εργασίας της επιλογής και διαχωρισμού βιογραφικών είναι τεράστιος, τότε οι διαλογείς (οι οποίοι μπορεί σε κάποιες περιπτώσεις να είναι και μηχανήματα) ενδεχομένως να έχουν συγκεκριμένες εντολές διαχωρισμού π.χ. με λέξεις κλειδιά ή με ποιοτικά χαρακτηριστικά (ορθογραφικά λάθη). Συχνά τα βιογραφικά σημειώματα για θέσεις με μαζική ανταπόκριση έχουν στη διάθεσή τους (σε κάποια φάση της διαλογής), μόνο μερικά δευτερόλεπτα για να αποδείξουν ότι μπορούν να περάσουν σε επόμενες φάσεις διαλογής.
Αν λοιπόν ένα βιογραφικό δεν λέει άμεσα, σύντομα, καθαρά, με σαφήνεια και ορθότητα, αυτά που πρέπει να πει, τότε κινδυνεύει να πεταχτεί πριν ακόμη το κοιτάξει κάποιο σχετικό στέλεχος με την θέση εργασίας.
Μετά από την πρώτη διαλογή, τα βιογραφικά των υποψηφίων έρχονται στα χέρια πιο σχετικών ανθρώπων. Οι εξεταστές και οι άνθρωποι επιλογής προσωπικού θεωρούν ότι βιογραφικά με επιπόλαια λάθη αντιστοιχούν σε ανθρώπους που δεν νοιάζονται και τόσο πολύ για την καριέρα τους, και άρα για την μελλοντική τους εργασία. Ακόμη και αν κάποιος είναι τόσο καλός που δε μπορούν να μην τον περάσουν, παρόλα του τα λάθη, ακόμη και τότε, αυτός ξεκινάει με αρνητική βαθμολογία την διαδικασία επιλογής ενώ με ελάχιστες επιπλέον αφορμές μπορεί να κοπεί.
2ο επίπεδο ανάγνωσης βιογραφικού: ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ
Το βιογραφικό λέει μια ιστορία (αυτή των προσόντων ή της προϋπηρεσίας του υποψηφίου), αλλά ταυτόχρονα λέει και μια άλλη άρρητη ιστορία. Είναι γνωστό ότι οι υποψήφιοι συνήθως υπερβάλουν στα προσόντα τους ή προβάλουν μια εξιδανικευμένη εικόνα του εαυτού τους ή προσπαθούν να υπερτονίσουν το “εγώ” τους ακόμη και προς τους ίδιους.
Για παράδειγμα, είναι σαφές ότι ένας νέος πτυχιούχος (αλλά και σχετικά νέος εργαζόμενος με έως 6-7 έτη προϋπηρεσία ή συνήθως και παραπάνω) δεν μπορεί να έχει ένα βιογραφικό σημείωμα πολλών σελίδων. Τουλάχιστον στα διοικητικοοικονομικά αυτό δεν είναι σωστό. Όταν ο ίδιος ο πρόεδρος μιας μεγάλης πολυεθνικής εταιρείας μπορεί να γράφει το βιογραφικό του σημείωμα σε λιγότερο από μια σελίδα, τότε πώς μπορεί να γίνει πλήρως αποδεκτό ότι ένα νέο στέλεχος θα γράφει το βιογραφικό του σε δύο ή και παραπάνω σελίδες;
Ακόμη και εξειδικευμένο προσωπικό, ερευνητές κτλ, πρέπει να προσέχουν να μην δίνουν το αναλυτικό τους βιογραφικό εκεί που δεν χρειάζεται (ή να ξεχνάνε να αναφέρουν την ύπαρξη αναλυτικού βιογραφικού όταν δίνουν το συνοπτικό).
Στις ΗΠΑ υπάρχει ο σχετικός ρητός διαχωρισμός μεταξύ Resume για τα συνοπτικά και CV για τα πιο αναλυτικά. Στην Ευρώπη τα όρια δεν είναι τόσο ξεκάθαρα και η κάθε περίπτωση πρέπει να κρίνεται αναλόγως.
Αυτό το συχνό λάθος δεν είναι ασφαλώς από μόνο του καταδικαστικό, όπως δεν είναι και σχεδόν κανένα άλλο από μόνο του άμεσα καταδικαστικό. Οι περισσότεροι όμως υποψήφιοι κάνουν περισσότερα από ένα τέτοια λάθη.
Αν λοιπόν ένας υποψήφιος αναρωτιέται πώς είναι δυνατόν να χωρέσει το τρισέλιδο βιογραφικό του σε μια σελίδα, τότε ασφαλώς κάνει κάτι σοβαρά λάθος. Για παράδειγμα σπαταλάει πολύ χώρο στο layout ή αναφέρει λεπτομερώς πράγματα που δεν χρειάζεται.
Ένας νέος πτυχιούχος είναι πάντοτε ένας νέος πτυχιούχος ή ένα σχετικά νέο στέλεχος (ακόμη και στα τριάντα τόσα του χρόνια). Ακόμη και αν έχει MBA από το Wharton ή το INSEAD, δεν πρόκειται να πείσει κανέναν με ένα τρισέλιδο βιογραφικό. Ίσα, ίσα θα δείξει υπερφίαλος ακυρώνοντας την ουσία των προσόντων του.
Αν από την άλλη δεν έχει πολύ σημαντικά προσόντα τότε είναι που θα πρέπει να δείξει αυτοσυγκράτηση και να παιδέψει πολύ το βιογραφικό του ώστε να φανεί τουλάχιστον ότι είναι ειλικρινής και ευθύς σε ένα περιβάλλον υποψηφίων στο οποίο οι περισσότεροι συνήθως υπερβάλουν.
Η υπερβολή συνήθως δεν ξεγελάει κανένα έμπειρο μάτι. Ακόμη και από υπερβολικό ζήλο και όχι δόλο, ο υποψήφιος έχει την δυνατότητα να ξεχωρίσει με την λιτότητα και την σαφήνεια όσων γράφει. Αυτό θα εκτιμηθεί περισσότερο από ένα κατεβατό με τυπικά προσόντα ή με την αμηχανία που προκαλεί η αναφορά στα τυχόν πανεπιστημιακά μαθήματα που έχει διδαχθεί ελλείψει άλλων πιο ουσιαστικών στοιχείων.
3ο Επίπεδο ανάγνωσης βιογραφικού: ΣΗΜΑΝΣΗ-ΜΟΡΦΟΠΟΙΗΣΗ
Το βιογραφικό σημείωμα πρέπει να περιλαμβάνει μια λίστα με απαραίτητες πληροφορίες του τύπου ακριβές όνομα εργοδότη, πόλη, τίτλος θέσης, καθήκοντα, σπουδές, ακριβείς ημερομηνίες κτλ. Μέσα σε αυτόν τον συνωστισμό πληροφοριών είναι πολύ δύσκολο ο υποψήφιος να μπορέσει να περάσει το δικό του “στίγμα”, το προσωπικό του ύφος ή να μπορέσει να κατευθύνει την σκέψη του αναγνώστη προς την κατεύθυνση που επιθυμεί. Αυτό όμως είναι το ζητούμενο.
Εννοείται ότι τα στοιχεία θα πρέπει να υπάρχουν σωστά ταξινομημένα, κατηγοροιοποιημένα και ανα είδος πληροφορίας μορφοποιημένα (γραμματοσειρά τίτλων παραγράφων, κοινά μεγέθη ημερομηνιών κάθε κατηγορίας κτλ).
Αν για παράδειγμα το βιογραφικό χωρίζεται σε μέρη με τις ονομασίες Σπουδές, Προϋπηρεσία, Ξένες Γλώσσες κτλ, θα πρέπει κάθε λέξη να είναι γραμμένη με τον ίδιο τρόπο-μορφοποίηση που είναι και οι άλλες. Αν κάνουμε bold τα ονόματα των εταιρειών που εργαστήκαμε στην προυπηρεσία, θα πρέπει να κάνουμε bold όλα τα ονόματα των εταιρειών που αναφέρουμε.
Το τι όμως θα επιλέξουμε να κάνουμε bold (αναγκαστικά κατά κανόνα) ή τι παραγραφοποίηση ή layout θα χρησιμοποιηθεί, αποφασίζεται με βάση το που είναι τα μεγάλα ατού μας ή το που θέλουμε να δώσουμε έμφαση σε συνάρτηση με την εταιρεία, τον κλάδο και το είδος εργασίας.
Μπορεί επειδή υπάρχει κάποιο στοιχείο το οποίο δεν θέλουμε να περάσει σε πρώτο πλάνο, να αλλάξουμε ολόκληρο το layout του βιογραφικού ή την φιλοσοφία μορφοποίησης του βιογραφικού μας, μόνο και μόνο για να περάσει έμμεσα και φυσιολογικά αυτό σε δεύτερη μοίρα.
Γενικά η μορφοποίηση και η σήμανση είναι η μεγαλύτερη σημειολογική κατηγορία που μπορεί να δεχτεί εκτεταμένες αλλαγές αλλάζοντας ολοκληρωτικά τη μορφή του βιογραφικού μας χωρίς να μεταβληθεί τίποτα στο περιεχόμενό του.
Με τις μεταβολές όμως αυτές κατευθύνεται γρήγορα το μάτι του εξεταστή πάνω στο βιογραφικό μας κάνοντας ένα ζίκ ζάκ πάνω στο χαρτί και διαμορφώνοντας- εφόσον έχουμε κάνει σωστά την διαδικασία- την πρώτη θετική εντύπωση.
4ο επίπεδο ανάγνωσης βιογραφικού: ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ
Δύο εργαζόμενοι με προυπηρεσία στην ίδια επιχείρηση ή με τις ίδιες σπουδές, μπορεί να έχουν διαφορετικό περιεχόμενο στο βιογραφικό τους. Οι βασικές πληροφορίες των βιογραφικών περιλαμβάνουν λεπτομέρειες που επιτρέπουν στους υποψηφίους να δείξουν πολλά πράγματα από τον εαυτό τους.
Για παράδειγμα, ένας υποψήφιος μπορεί να γράψει στα καθήκοντα που εκτελούσε σε κάποιο λογιστήριο ότι περιλαμβανόταν οι λογιστικές εγγραφές. Κάποιος άλλος που έκανε το ίδιο πράγμα μπορεί να τονίσει περισσότερο ότι στα καθήκοντά του ήταν οι εξωτερικές λογιστικές εργασίες σε τράπεζες και δημόσιους φορείς (που πράγματι ήταν).
Αυτός που θα πει το δεύτερο θα το πει (αν πράγματι ισχύει βέβαια) επειδή ενδεχομένως απευθύνεται σε μια εργασία που στηρίζεται στην ανθρώπινη επαφή, π.χ. Επιθεωρητής Πωλήσεων. Ξέροντας λοιπόν ο υποψήφιος ότι ο εργοδότης ψάχνει ένα άτομο κοινωνικό, που δεν αισθάνεται άσχημα με την ανθρώπινη επαφή, μπορεί (εφόσον πράγματι είναι κοινωνικός και μπορεί να κάνει μια αντίστοιχη εργασία), να γράψει στο βιογραφικό του (αλλά χωρίς υπερβολές) την πραγματικότητα υπό το πρίσμα των ανθρώπινων επαφών.
Στη συνέντευξη ο εργοδότης μπορεί να του κάνει μια σχετική ερώτηση, για παράδειγμα, “τι αποκόμισες από την εμπειρία σου στο λογιστήριο της ΧΑ εταιρείας;” ή γιατί πιστεύεις ότι το Α, Β ή Γ που αναφέρεις είναι κάτι σχετικό, και ο υποψήφιος να αναφερθεί στις άριστες σχέσεις του με τους υπαλλήλους των τραπεζών ή για το πώς είχε γίνει φίλος σιγά, σιγά με τους υπαλλήλους του ΙΚΑ (αν ίσχυε κάτι τέτοιο), ώστε να δείξει ότι είναι ένας άνθρωπος που τα πάει καλά με ανθρώπους. Όλα αυτά βέβαια μόνο αν ισχύουν και μόνο αν ο υποψήφιος έχει πράγματι σκοπό να λειτουργήσει στη νέα του δουλειά έτσι όπως επιδιώκει να πείσει τον εργοδότη ότι λειτουργούσε και στο παρελθόν.
Αν αντίθετα ένας άλλος υποψήφιος αναφέρει ως καθήκοντα την ενασχόλησή του με τον ΦΠΑ και τους λογαριασμούς, καθώς και την πολύτιμη γνώση που αποκόμισε στα λογιστικά, τότε τι επίπτωση θα είχε αυτό στη συνέντευξη που δίνει για μια νέα εργασία στις πωλήσεις; Θα τον βοηθούσε; Μάλλον όχι.
Λέει ψέμματα ο πρώτος, υπερβάλει; Όχι βέβαια. Κρίνει τα γεγονότα από την πλευρά που ζητάει ο εργοδότης. Με αυτόν τον τρόπο πολλά είδη προϋπηρεσίας ή δραστηριοτήτων που φαινομενικά είναι άσχετα, γίνονται ξαφνικά σχετικά. Γίνονται σχετικά μόνο αν πράγματι υπάρχει κάτι σχετικό που αντιλαμβάνεται σε αυτά ο υποψήφιος.
Σε τέτοιες περιπτώσεις ο υποψήφιος θα πρέπει να σκεφτεί τι έχει κάνει στην ζωή του από όπου μπορεί να αποκόμισε μια εμπειρία που θα ήταν χρήσιμη στην εταιρεία στην οποία απευθύνεται. Και μετά να βρει έναν τρόπο για να το γράψει. Άλλωστε τα αρχικά CV βγαίνουν από τις λατινικές λέξεις “Curriculum Vitae” που σημαίνουν “περίληψη ζωής”.
Και πράγματι, αν ένας άνθρωπος μέχρι τα 22 του έχει εργαστεί σε διάφορες άσχετες part-time εργασίες, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν έχει μάθει πράγματα που έχουν να κάνουν με την προσαρμογή του μέσα σε μια δεδομένη οργανωτική κουλτούρα. Αντίθετα, πρέπει να έχει μάθει πώς να συμβιώνει με αντίθετους χαρακτήρες, με καλούς ή κακούς προϊσταμένους, τι σημαίνει να τηρείς ένα ωράριο, πώς να εξυπηρετεί π.χ. πελάτες κτλ. Όλα αυτά λοιπόν είναι σχετικά. Αρκεί να εκφραστούν με τον σωστό τρόπο, χωρίς υπερβολές και να έχουμε πράγματι κάνει μια νοητική σύνδεση που ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.
Η παραπάνω λογική είναι ιδιαίτερα χρήσιμη στις περιπτώσεις αλλαγής καριέρας όπου οι υποψήφιοι δεν χρειάζονται χρονολογικό βιογραφικό αλλά βιογραφικό εμπειριών που να εστιάζουν στη νέα τους εργασία στο νέο κλάδο.
Δεν μπορεί κάποιος να πει ότι επειδή ήταν πρόεδρος μιας φοιτητικής παράταξης, ή ενός πολιτιστικού συλλόγου κάνει για διευθυντής επιχείρησης. Αν όμως έχει στα ενδιαφέροντά του ομαδικά αθλήματα και έχει περάσει και από συλλόγους ή ενώσεις, δείχνει ότι μπορεί να συνεννοηθεί με τους ανθρώπους. Κάτι καθόλου αυτονόητο σε ένα περιβάλλον που οι νέοι άνθρωποι (αλλά και πολύ μεγαλύτεροι) αποξενώνονται από τον πραγματικό κόσμο λόγω σπουδών, με αποτέλεσμα συχνά να μην μπορούν να επανενταχτούν, να γίνονται “περίεργοι” ή να έχουν αντικοινωνικές τάσεις.
Ακόμη και σε μια πολύ εξειδικευμένη εργασία (π.χ. σε ένα μελετητικό γραφείο) ή ακόμη και στον ΟΟΣΑ, το να είναι κανείς συνεργάσιμος δεν θεωρείται ποτέ αυτονόητο. Καμία πολυεθνική δεν θα προτιμούσε έναν απόφοιτο του Χάρβαρντ ο οποίος όμως δεν θα ήταν συνεργάσιμος.
Συμπέρασμα
Υπάρχουν και άλλα πολλά τέτοια αυτονόητα “μυστικά” στην κατασκευή ενός σωστού επαγγελματικού βιογραφικού τα οποία έχουν θετικό αποτέλεσμα μόνο αν το βιογραφικό δημιουργηθεί με την ίδια φιλοσοφία που θα δημιουργηθεί και η συνοδευτική επιστολή και μόνο αν έχει προβλεφθεί πώς αυτό το βιογραφικό θα υποστηριχθεί στην συνέντευξη με επιτυχία.
Το πιο σπουδαίο άλλωστε, είναι που θα απευθυνθεί το βιογραφικό που στέλνουμε. Θα είναι για παράδειγμα συνοπτικό ή αναλυτικό, θα είναι περιγραφικό ή αναλυτικό. Το θέλουμε για να βρούμε εργασία ή για να περιγράψουμε ποιοι είμαστε σε ένα συνέδριο;
Συνήθως οι άνθρωποι που έχουν μεγάλη ικανότητα στην γραπτή επικοινωνία μπορούν ευκολότερα -αν προσέξουν και αφιερώσουν τον απαραίτητο χρόνο μελέτης και πειραματισμών- να γράψουν ένα καλό βιογραφικό. Συνήθως η διαδικασία αυτή δεν τελειώνει ποτέ και πάντοτε βελτιώνουμε το βιογραφικό μας ή το αναπροσαρμόζουμε ανάλογα με την περίσταση.
Άλλοι όμως άνθρωποι, όσο καλοί και αν είναι, όσο και να το “βασανίσουν”, πάντα θα βρίσκονται πίσω από τις απαραίτητες απαιτήσεις αν συνήθως το ατού τους είναι η προφορική και όχι η γραπτή έκφραση. Κάτι που δεν θα τους επιτρέψει να φτάσουν μέχρι την συνέντευξη ή ακόμη και αν φτάσουν δεν θα τους βλέπουν σαν πρωταγωνιστές.
Όταν όμως γίνει η δουλειά που πρέπει να γίνει, το ίδιο το βιογραφικό ανατροφοδοτεί τον υποψήφιο με τις κατάλληλες πληροφορίες για επιμόρφωση ή αναζήτηση των κατάλληλων εργασιακών εμπειριών που ενδεχομένως χρειάζεται. Έτσι ο υποψήφιος αλλάζει καθώς μελετάει το βιογραφικό του και προσπαθεί να το βελτιώσει. Βλέπει ότι του λείπει ένα πτυχίο και βάζει μακροπρόθεσμο στόχο να το αποκτήσει, εν το μεταξύ παρακολουθεί 1 σεμινάριο εξ αποστάσεως και ψάχνει εργασία στον επαγγελματικό κλάδο που ιδεατά ενδεχομένως θα ήθελε.
Ο υποψήφιος με αφορμή το βιογραφικό του βελτιώνεται ο ίδιος επί της ουσίας. Προγραμματίζει, εκπαιδεύεται, επιμορφώνεται, βάζει στρατηγικούς στόχους. Συνεπώς το βιογραφικό δεν είναι κάτι ξεκομμένο από τον εργαζόμενο. “Φτιάχνω το βιογραφικό μου” σημαίνει αναγνωρίζω ποιος είμαι και που πάω εργασιακά. Τι στόχο έχω και πώς θα τον πετύχω.
Όταν κάποιος τα έχει σκεφτεί όλα αυτά και ταυτόχρονα μπορεί να αντιληφθεί τι είδους εργαζόμενο ζητάει κάθε επιχείρηση τότε έχει στα χέρια του το καλύτερο “όπλο” για την μάχη της αγοράς εργασίας.
Συχνά συνάδελφοι από μεγάλες εταιρείες μου δείχνουν βιογραφικά υποψηφίων με μεγάλη απογοήτευση λέγοντάς μου “κοίτα τι βιογραφικά δέχομαι”.
Σε ένα όμως τέτοιο περιβάλλον, ο ανταγωνισμός των καλών βιογραφικών είναι πολύ μικρός και συνεπώς αυτός που έχει την γνώση και την αντίληψη των παραπάνω πραγμάτων παίρνει πάντοτε τη δουλειά. Η γνώση των παραπάνω διαδικασιών αποτελεί ένα τόσο ισχυρό όπλο που ανοίγει ξαφνικά όλες τις πόρτες.
Συχνότατα άνθρωποι με αυτή την γνώση, και την συμπεριφορά που υιοθετούν πάνω στο θέμα, μπορούν να αλλάζουν εργασίες όσο συχνά θέλουν. Κάτι που τις περισσότερες φορές είναι πολύ επικίνδυνο. Γνωρίζω στελέχη επιχειρήσεων που επειδή γνώριζαν τόσο καλά αυτές τις διαδικασίες-τεχνικές και ταυτόχρονα υιοθέτησαν και την κατάλληλη επαγγελματική συμπεριφορά, απέκτησαν τεράστια αυτοπεποίθηση που τους επέτρεψε να αλλάξουν τόσες εργασίες ώστε το τελικό αποτέλεσμα να είναι τελικά εις βάρος τους χαλώντας το βιογραφικό τους με τις πολλές αλλαγές εργασιών.